Στους Πρωτοχρονιάτικους αγερμούς της Θράκης, που επιβίωσαν μέχρι τη δεκαετία 90 η «σούρβα» ή το «σούρβισμα» διασώζεται ο παμπάλαιος μαγικός τρόπος, με τον οποίο πίστευαν οι άνθρωποι ότι μεταδίδονταν η θαλερότητα και η γονιμοποιός δύναμη του δέντρου, που έχει τη δύναμη της αναγέννησης. Η λέξη «σούρβα» είναι συγκοπτόμενη λέξη σούροβα -πιθανότατα σλαβική – που σημαίνει χλωρό κλαρί και μάλιστα της κρανιάς. Η ποιότητα του ξύλου, ίσιο, γερό και ευλύγιστο, αλλά και η ακαταμάχητη δύναμη της βλάστησης του-τα μπουμπούκια της ανοίγουν πριν από τα φύλλα- πίστευαν ότι με το «σούρβισμα» (χτυπώ κάποιον στην πλάτη για υγεία ) μετέδιδαν στον άνθρωπο τη δύναμη της.
«…την ημέρα της πρωτοχρονιάς, κρατούσαμε τη συνήθεια να κρατάμε μια βέργα από κρανιά, ή βάγια, που μ’ αυτή χτυπούσαμε τους διαβάτες στη ράχη ή στη μέση, τόσες φορές, όσες βαστούσε το φωνόσυρτο ρυθμικό τραγουδάκι: «..Σούρβα, σούρβα, γερό κορμί, γερό σταυρί, σαν ασήμ’, σα κρανιά, και τη χρόν’ γούλ’ γεροί και καλόκαρδοι». Το κλωνάρι της κρανιάς το περιτύλιγαν με χρωματιστές κλωστές και κορδέλες. Στο Κωστί της Β. Θράκης «κόφτανε ένα κλωνάρι πράσινο ακρανιά και τυλίζασι τη ζώνη την ασημένια, που φορούσαν οι μάνες τους. Έτσι το παιδί πήγαινε πα στο σπίτι με τ’ ασήμι». Οι στολισμένες ή μη «σούρβες» της κρανιάς, οι βέργες του πιο ανθεκτικού θάμνου, γι’ αυτό και έχει ιδιότητες μαγικές, μας συνδέουν με τους «θύρσους» των διονυσιακών γιορτών και τους «παίδες αμφιθαλείς» στο αρχαιοελληνικό έθιμο της Ειρεσιώνης και το ραβδί του Άη–Βασίλη. Σήμερα σε όλη την Ελλάδα εξακολουθούν να λένε κάλαντα τα παιδιά και οι εθνοτοπικοί σύλλογοι.
Τύπος: Ακίνητη
Εποχή: Χειμώνας
Μήνας: Ιανουάριος
Ημερομηνία: 1 Ιανουαρίου
Τόπος:
Φορέας: