Τρία αδερφάκια ήμασταν τα τρία αράδα αράδα,
Το’ ένα πάει στου φιλί κι τα’ άλλου στην αγάπη,
Αφήν’ του Γιάννη μουναχό τα πρόβατα να βόσκη,
Τα βάρισει κι έπισει τρεις μέρις τρία βράδια,
Σαν έκανη κι ξύπνησει πρόβατα δεν εβρίσκει,
Παίρνει τη στράτα του στρατή τα δυο τα μπουνουπάτια,
Σταυρών του λύκου π’ ορχίτει του λύκου που ουργιέτει,
Να συ ρουτήσω λύκι μου να συ καλουξιτάσου,
Μην είδης λύκιμ’ πρόβατα μην είδης κι κατσίκια,
Κι γω είδα τα πρόβατας είδα και τα κατσίκιας,
Σάλντσα να πάρου ένα αρνί κι πήρα ένα κατσίκι,
Κι κείν’ σκύλας γκουτσιόσκυλας κι κειν’ μαυρουματούδας,
Μη τσάκισει εννιά πλευρά κι τη διξιά μου πλάτη.